σιπουνκουλοειδή

σιπουνκουλοειδή
και παλαιότ. τ. σιπυνκουλοειδή, τα, Ν
ζωολ. ελάσσον φύλο θαλάσσιων πρωτοστομιων ασπονδύλων χωρίς μεταμέρεια, τα οποία παλαιότερα αποτελούσαν, μαζί με τα πριαπουλοειδή και τα εχιουροειδή, την ομοταξία σκωλήκων γεφύριοι, έχουν σκωληκόμορφο επίμηκες ή ατρακτοειδές σώμα, μήκους που κυμαίνεται από μερικά έως 300 ή και περισσότερα χιλιοστόμετρα, και είναι βενθικοί οργανισμοί που προτιμούν τις ψυχρές θάλασσες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. sipunculide < νεολατ. sipuncula < λατ. siphunculus, -i, «μικρός κεκαμμένος σωλήνας»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”